Εικόνα με παράστασης κεφαλής του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου σε γεροντική ηλικία

Πάνω σε χρυσό κάμπο, ο άγιος Ιωάννης εικονίζεται μέχρι την αρχή του στήθους σε προχωρημένη γεροντική ηλικία, γυρισμένος κατά τα τρία τέταρτα προς τα δεξιά. Φαίνεται ο λαιμός και μικρό μέρος των ώμων του. Φορεί γαλάζιο χιτώνα με λευκοπράσινα λαματίσματα και ερυθρό ιμάτιο. Έχει ψηλό και ευρύ ρυτιδωμένο μέτωπο και χονδρή, ελαφρά γαμψή μύτη. Τα λευκά μαλλιά του περιορίζονται στα πλάγια, όπου ενώνονται με τη μακριά διχαλωτή γενειάδα του. Μόνον στην κορυφή του κρανίου υπάρχει μια μικρή λευκή τούφα. Το βλέμμα του, κάτω από τα πυκνά άσπρα φρύδια, είναι έντονο και διαπεραστικό. Το κεφάλι είναι σχεδόν χωμένο μέσα στον πλατύ δυνατό λαιμό, δίνοντας την εντύπωση καμπουριάσματος («καμπούρη κι ασπρογένη» τον περιγράφει λαϊκό γαμήλιο τραγούδι της Πάτμου). Οι επιφάνειες του προσώπου και του λαιμού καλύπτονται σχεδόν εξ ολοκλήρου από το ωχρορόδινο σάρκωμα, αφήνοντας να φαίνεται ο καστανός προπλασμός μόνον στην περιφέρεια, στο βαθούλωμα των ματιών και στις ρυτίδες του μετώπου. Έντονος πυρροδισμός χρωματίζει τις παρειές, την άκρη της μύτης και το σκιασμένο τμήμα του μετώπου. Με πυρροδισμό επίσης τονίζονται οι ρυτίδες και οι ακμές των διαφόρων επιπέδων του προσώπου σε σημείο, ώστε το ερυθρό αυτό γάνωμα να αναδεικνύεται σε κυρίαρχο χρωματικό στοιχείο της μορφής, μαζί με το λευκό της γενειάδας και των μαλλιών. Οι πυκνές σγουρές τούφες τους έχουν αποδοθεί λεπτόλογα και ταυτόχρονα δυναμικά, με μια τάση καλλιγραφίας στη γενειάδα, ιδίως στο σημείο όπου τούτη χωρίζεται και σχηματίζει αντικριστούς κυματοειδείς πλοκάμους.

Ο φωτοστέφανος σχηματίζεται από σειρά στικτών κουκκίδων και προς τα έξω κοσμείται με στικτά στοιχεία σε τριγωνική διάταξη. Το εσωτερικό τον φωτοστέφανου κοσμείται με μικρούς στικτούς ρόδακες.

Αν και το έργο βρίσκεται ακόμη μέσα στη σφαίρα της παλαιολόγειας δημιουργίας, η επίδραση της ιταλικής υστερογοτθικής ζωγραφικής είναι εμφανέστατη τόσο στην απόδοση της μορφής, όσο και στην τεχνική της διακόσμησης του φωτοστεφάνου. Η Κύπρος των μέσων του 15ου αιώνα φαίνεται πως υπήρξε ένας τόπος όπου τα δύο μεγάλα αυτά καλλιτεχνικά ρεύματα είχαν μια γόνιμη συνάντηση, όπως δηλώνουν αρκετά δείγματα που σώζονται ακόμη στο νησί.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Σκαμπαβίας Κ. 2007. Λήμμα καταλόγου αρ. 120, στο Σκαμπαβίας Κ. – Χατζηδάκη Ν. (επιμ.), Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου. Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Συλλογή, Αθήνα, 158-159.