Oκτώσχημη πόρπη

Η πόρπη ήταν ένα είδος παραμάνας. Εμφανίστηκε στο Αιγαίο στα τέλη της Εποχής του Χαλκού και έκτοτε αποτέλεσε αναπόσπαστο μέρος της ένδυσης κυρίως των γυναικών. Οι πόρπες χρησίμευαν για να συγκρατούν το χιτώνα ή το ιμάτιο, αλλά και διάφορα περιβλήματα ή κοσμήματα. Αν και η χρήση τους ήταν πρακτική, συχνά αποκτούσαν διακοσμητικό χαρακτήρα επειδή τοποθετούνταν σε περίοπτα σημεία του σώματος. Αυτό εξηγεί την περίτεχνη κατασκευή τους και την ποικιλία τύπων.

Η οκτώσχημη πόρπη της εικόνας χρονολογείται στα τέλη της Γεωμετρικής ή τις αρχές της Αρχαϊκής περιόδου. Έχει κατασκευαστεί από ενιαίο συμπαγές σύρμα σχεδόν τετράγωνης διατομής, το οποίο περιελίχθηκε γύρω από άξονα έτσι ώστε η μία του άκρη να δημιουργήσει τη βελόντα και η άλλη το άγκιστρο. Μεταξύ των δύο άκρων ο τεχνίτης διαμόρφωσε με δεξιότητα τις σπείρες.

Οι οκτώσχημες πόρτες είχαν ευρύτατη διάδοση στην ηπειρωτική Ελλάδα (κυρίως στην Πελοπόννησο, Θεσσαλία και Μακεδονία), τα δυτικά Βαλκάνια, την Ιταλία και την κεντρική Ευρώπη (Αυστρία, Ουγγαρία) και θεωρείται ότι μαρτυρούν επαφές με τον κεντροευρωπαϊκό πολιτισμό Halstatt.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Ανδρειωμένου Α. 2006. Λήμα καταλόγου αρ. 118, στο Χωρέμη-Σπετσιέρη Α. – Ζαρκάδας Α. (επιμ.), Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου. Αρχαία Τέχνη, Αθήνα, 194.